Σε όλους μας έχει συμβεί να δούμε πως κάτι έχει μουχλιάσει (φρούτα, αλλαντικά, ψωμί κλπ) και να νιώθουμε ότι η μόνη λύση είναι να το πετάξουμε ολόκληρο στα σκουπίδια.
Η δρ Ailsa Hocking από τον οργανισμό “CSIRO Food and Nutritional Sciences” εξηγεί τι ακριβώς πρέπει να γνωρίζουμε σχετικά με το μουχλιασμένο φαγητό.
Το σκληρό τυρί είναι ένα από τα λίγα τρόφιμα όπου μπορείτε να κόψετε την μούχλα και να το καταναλώσετε με ασφάλεια. Η χαμηλή του περιεκτικότητα σε υγρασία και η πυκνή του δομή σημαίνει ότι μούχλα επιβιώνει συνήθως μόνο στην επιφάνεια, αντί να εξαπλώνεται μέσα στο τυρί.
Αλλά και πολλά άλλα τρόφιμα, συμπεριλαμβανομένου του μουχλιασμένου ψωμιού, είναι καλύτερα να τα πετάμε. Εκτός του ότι η μούχλα μπορεί να επεκταθεί πέραν των περιοχών που μπορείτε να δείτε, αλλά σε ένα τρόφιμο με αρκετή υγρασία, όπως το γιαούρτι, μπορεί επίσης να έχει αναπτύξει επιβλαβή βακτήρια που συνδέονται με σοβαρή κρίση διάρροιας.
Τροφές όπως τα μαγειρευτά κατσαρόλας, τα μαλακά φρούτα, τα λαχανικά και τα μαλακά τυριά μπορεί να έχουν μούχλα που αυξάνεται κάτω από την επιφάνειά τους.
Ο ίδιος κανόνας ισχύει και για τα πορώδη τρόφιμα, όπως το ψωμί και τα κέικ που έχουν μουχλιάσει. Όλα αυτά τα τρόφιμα πρέπει να πετιούνται αμέσως αν εντοπίσετε μούχλα στην επιφάνεια.
ΠΗΓΗ – www.iatropedia.gr , www.abc.net.au
Παρ’ όλο που ο ήλιος είναι απαραίτητος για τα φυτά, σε υπερβολικό βαθμό όπως τους καλοκαιρινούς μήνες, μπορεί να προκαλέσει ζημιές στον κήπο μας αν δεν πάρουμε κάποια απαραίτητα μέτρα.
Τα φυτά με τον δικό τους μοναδικό τρόπο μπορούν να αντιμετωπίσουν τη ζέστη αναπληρώνοντας τα κατεστραμμένα κύτταρα τους κατά τις βραδινές ώρες. Όταν όμως οι θερμοκρασίες ανεβούν πολύ δεν προλαβαίνουν να επουλώσουν τις πληγές τους με αποτέλεσμα να αρχίσει η φθορά.
Πρέπει πρώτα να κατανοήσουμε πως επηρεάζονται τα φυτά από τις υψηλές θερμοκρασίες και έπειτα να προετοιμαστούμε κατάλληλα ώστε να μην υποστούν τις συνέπειες του ήλιου και του καύσωνα .
από τον καθηγητή του Τ.Ε.Ι Πελοποννήσου, Κώστα K. Δελή
Και όμως, στην Ελλάδα μόνο, καλλιεργούνταν μέχρι πρόσφατα 111 ντόπιες ποικιλίες και πληθυσμοί μαλακού σιταριού, 139 ντόπιες ποικιλίες και πληθυσμοί σκληρού, 99 ντόπιες ποικιλίες και πληθυσμοί κριθαριού, 294 καλαμποκιού και 39 ντόπιες ποικιλίες και πληθυσμοί βρώμης και 605 ποικιλίες φασουλιού, που έπαψαν πλέον να καλλιεργούνται.
Επίσης, χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι το 1927, η καλλιέργεια του σιταριού περιελάμβανε 100% ντόπιες ποικιλίες, το 1969 μόνο 10%, ενώ σήμερα κυριολεκτικά έχει εκτοπιστεί από την καλλιέργεια το σύνολο των παλιών ποικιλιών.
Read more: Η διαφορά ανάμεσα σε υβρίδια και σε παραδοσιακές ποικιλίες
Το θειάφι και η θειοχαλκίνη αποτελούν τα βασικά υλικά που χρησιμοποιούνται παραδοσιακά από τους καλλιεργητές για την οικολογική φυτοπροστασία των κηπευτικών. Το θειάφι και η θειοχαλκίνη έχουν κυρίως προληπτική δράση, και λιγότερο θεραπευτική
Σελίδα 4 από 7