Τρίτη, Απρίλιος 16, 2024
Follow Us
Με λένε Ρίζο και όπως θέλω τα γυρίζω.

Γράφει η Γεωργία Σταυριανέα 

 

Γνωρίζετε το Ρίζο; Και βέβαια  τον γνωρίζετε....'Όλοι έχετε ένα Ρίζο στη ζωή σας.

   Μπορεί να μένει στη διπλανή σας πόρτα, ή στην γειτονιά σας. Μπορεί να κυκλοφορεί στην οικογένεια, στη δουλειά, στον περίγυρο, στο συνοικιακό μαγαζί και... όπου... “γάμος και χαρά”.

   Παντού υπάρχει ένας πονηρούλης κακομοίρης, γλύφτης Ρίζος , “περί πάντων τυρβάζων”, και που η ζωή του εξαρτάται από τις ζωές των άλλων, μια και το να χώνεται παντού είναι αναπόσπαστο κομμάτι του εαυτού του.

  Θα σας μιλήσω για τον δικό μου Ρίζο που συγκατοικούμε ατυχώς, στον ίδιο πλανήτη και στην ίδια πόλη, και που την εποχή αυτή είναι πανευτυχής, διότι, έβγαλε κουκούλα και φόρεσε μασκούλα.

  Η αλήθεια είναι ότι η εποχή αυτή των “ψεκασμένων” και των “φοβισμένων”, των (τηλε)συνειδητοποιημένων, και των ασυνειδήτων, των προβάτων (μπεεε) όπως αποκαλούνται από τους απέναντι, και των τσοπαναρέων, υπάρχει και μια κατηγορία που την έχει καταβρεί μια και το δόγμα “διαίρει και βασίλευε” βρίσκεται στο δικό του απόγειο.

   Ο έν λόγω λοιπόν Ρίζος (όνομα και μη χωριό για τους ευνόητους λόγους)  περπατούσε στην παραλία του δικού μου χωριού με μια τεραααάστια μάσκα στη μούρη, κρύβοντας τα πονηρούλικα ραντάρ που είχαν σηκωθεί αναζητώντας τους “κακούς” του χωριού μας...

   Εγώ καθόμουν σ' ένα από τα παραλιακά παγκάκια (που παρεμπιπτόντως στην καραντίνα β'  δεν ξηλώσανε) απολαμβάνοντας ένα ζεστό καφέ.

   Στην παραλία λόγω κακοκαιρίας και κορονογιού  ελάχιστοι άνθρωποι κυκλοφορούσαν.

   Τον είδα να κοντοστέκεται μπροστά μου γεμάτος ερωτηματικά... Να με κατσαδιάσει που δεν φορούσα μάσκα; που καθόμουν στο απαγορευμένο κάθισμα; ή να υποκλιθεί ευγενικά δεδομένης της γνωριμίας μας, και του κοινωνικού μου στάτους;

Επέλεξε να βάλει την καλή του “φορεσιά” και να μου ευχηθεί για τη μέρα, χριστινότατος γαρ ο Ρίζος και μελιστάλακτος πάντα.

 “Καλημέρα, τι κάνουμε; Όλα καλά;” είπε χωρίς να μου αφήσει το περιθώριο να καταλάβω, αν μου χαμογελούσε, ή αν μου έβγαζε τη γλώσσα του, πίσω από την κατάμαυρη μάσκα.

Δεν φοβάστε βλέπω ” μου την είπε εν τέλει με ευγένεια, γιατί δεν άντεχε να μη το πει, “...δεν φοράτε μάσκα;...

  “Μα, φοράτε εσείς δεν φτάνει;” αποκρίθηκα.

 “Μα... για την προστασία των άλλων πρόκειται, όχι για τη δική μας” με μάλωσε...

 “Άλλων;... δεν βλέπω κάποιον άλλον” του έκοψα την κουβέντα.

Είδα το βλέμμα του ( μόνο αυτό έτσι κι αλλιώς μπορούσα να δω)να αγριεύει, στην αρχή νόμισα πως ήταν για μένα, πως ετοιμαζόταν να μου επιτεθεί, γνώριμη άλλωστε η συγκεκριμένη συμπεριφορά τον τελευταίο καιρό, όμως όχι , κάτι πιο ενδιαφέρον είχε προκύψει. Το βλέμμα του στράφηκε αλλού.  Με την άκρη του ματιού μου τον παρακολούθησα να περνάει απέναντι στο σκοτεινό ουζερί ,όπου ξετρύπωσε δύο αμαρτωλά γεροντάκια να πίνουν τσίπουρα καθισμένοι πίσω από το ναϋλον του μαγαζιού και να κουβεντιάζουν...

Έκανε να μπεί μέσα αλλά δεν μπήκε, κοντοστάθηκε, περπάτησε πάνω κάτω με το κινητό στο αφτί, και σε χρόνο μηδέν είχε εξαφανιστεί.

Φαντάστηκα πως ίσως γνώριζε κάποιον από τους δύο αμαρτωλούς κι έκανε πίσω, όμως, “πλανήθηκα πλάνη οικτρά”, διότι σε δεκαπέντε λεπτά είχε καταφθάσει περιπολικό και στάθηκε έξω από το ουζερί. Δεν γνωρίζω τη συνέχεια γιατί εξαφανίστηκα πριν το μάτι του νόμου πέσει και επάνω μου.

   Ο “Ρίζος”  προφανώς  είχε κάνει το χρέος του απέναντι στην κοινωνία, οι δύο συνταξιούχοι πλήρωσαν το τσίπουρο χρυσάφι...

Προσοχή!... οι ρουφιάνοι την εποχή αυτή έχουν μεγάλο σουξέ.

    Τώρα θα μου πείτε, καραντίνα έχουμε, γίνεται κοινή προσπάθεια, γιατί κάποιοι δεν συμμορφώνονται;

Θα σας πω κι εγώ όμως, πως λίγη ανοχή δεν βλάπτει, κυρίως σε περιπτώσεις που δεν ελλοχεύουν κανένα κίνδυνο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση μιλάμε για μια ερημική παραλία, που έτσι κι αλλιώς μόνο οι γλάροι περπατούν το χειμώνα και δυό τρείς άνθρωποι που μπαίνουν στο σούπερ μάρκετ, σκεπασμένοι ως τ' αφτιά για να προστατευτούν από  τον βοριά.

Επίσης το κάρφωμα σε καμμία περίπτωση δεν είναι έντιμη πράξη.

Δυστυχώς όμως, οι “Ρίζοι” όλου του κόσμου είναι σαν το λύκο που στην “αναμπουμπούλα χαίρεται”... Κρίμα!