Πέμπτη, Μάρτιος 28, 2024
Follow Us
Η βάση του παγόβουνου που λιώνει

 

Η βάση του παγόβουνου που λιώνει

αναδημοσίευση απο ΑΝΤΙΦΩΝΟ

 

 

Ὁ μεταπολεμικὸς ἡδονισμὸς εἶναι ἡ νοοτροπία καὶ ὁ τρόπος ζωῆς ποὺ ἐπικράτησαν στὸν ἀνεπτυγμένο μεταπολεμικὸ κόσμο, ποὺ θεμελιώθηκε συμβολικὰ μὲ τὴν ρήξη τῆς ἀτομικῆς βόμβας σὲ ἀνθρώπινα πειραματόζωα ἀπὸ ἀπὸ τὴν Pax Americana.

Ὁ ἡδονισμὸς ὡς κορωνίδα τῶν μεταπολεμικῶν πολιτιστικῶν καὶ ἠθικῶν ἀξιῶν τοῦ σύγχρονου κόσμου ἀπέκτησε τέτοιο ἀδιαμφισβήτητο κύρος, ὥστε νὰ ἀναχθεῖ σὲ ἕναν πραγματικὸ μονόλογο.
Ὅποιος ἀμφισβητοῦσε μεταπολεμικὰ τὶς ἡδονιστικὲς πομφόλυγες καὶ τὸ πρότυπο τοῦ ἀποχαυνωμένου ἡδονοθήρα χάριν τῶν ἡρωικῶν ἀξιῶν τῆς ζωῆς (ποὺ προϋποθέτουν αὐτοπειθαρχία, ἀφοσίωση, κόπο, στέρηση, διακινδύνευση- κοντολογὶς πόνο) θὰ μποροῦσε κάλλιστα νὰ γελοιοποιηθεῖ ὡς «συντηρητικὸς» ἤ νὰ στιγματισθεῖ ὡς «νεοφασίστας».
Ἡ ἀναγνώριση τῆς ἡδονῆς ὡς ὑπέρτατου σκοποῦ τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς, μὲ τὸ ἐξορκισμὸ τοῦ «ἀρνητικοῦ πόλου» τῆς ζωῆς -ποὺ συνίσταται σὲ ὅ,τι ἀντικειμενικὰ ἀμφισβητεῖ τὸ ἡδονιστικὸ ἀφήγημα- ἦταν, στὴν πραγματικότητα, ἡ κυρίαρχη (ἔμμονη) ἰδέα τοῦ μεταπολεμικοῦ κόσμου.
Ὁ ψυχροπολεμικὸς «ἀνταγωνισμὸς τῶν δύο συστημάτων» ἦταν, σὲ ἰδεολογικὸ καὶ πρακτικὸ ἐπίπεδο, ἕνας ἀνταγωνισμὸς γιὰ τὴν ἐπίτευξη τῆς μέγιστης δυνατῆς ἡδονῆς. Ἡ πτώση τοῦ κομμουνισμοῦ μπορεῖ κάλλιστα νὰ ἀποδοθεῖ στὴν ἀποτυχία του νὰ ἀνταγωνισθεῖ τὶς ἡδονοθηρικὲς ἐπαγγελίες τῆς Δύσης.
Τὸ ἴδιο τὸ κράτος (ὑπὸ τὴν μορφὴ τῆς κυβέρνησης) θεωρήθηκε (αὐτονόητα) ὡς ὁ ἐγγυητὴς τῆς ἡδονῆς. Φάνηκε ὅτι οἱ ἄνθρωποι δὲν συγκρότησαν κοινωνία ἀπὸ τὴν ἀνάγκη τοῦ ζῆν καὶ μὲ σκοπὸ τὸ εὖ ζῆν, ὅπως ἔλεγε ὁ Ἀριστοτέλης, ἀλλὰ μᾶλλον γιὰ τὸν σκοπὸ τοῦ εὖ ἡδονίζεσθαι.
Ὁ μαζοδημοκρατικὸς ἡδονισμὸς βάδιζε ἐξ ἀρχῆς πλάϊ-πλάϊ μὲ τὴν σταδιακὴ ἰατρικοποίηση τῆς καθημερινῆς ζωῆς. Ἡ ἡδονιστικὴ φρενίτιδα ποὺ κατέλαβε τὶς καταναλωτικὰ ἀνεπτυγμένες κοινωνίες εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα μιὰ πραγματικὴ ὑγειονομικὴ ἐκστρατεία ποὺ σκοπό της εἶχε τὴν ἰδεοληπτικὴ φιλοδοξία νὰ ἐξαλείψει τὴν ἀρρώστια καὶ τὸν θάνατο -ποὺ ἰσοδυναμεῖ, στὴν πραγματικότητα, μὲ τὴν νοσοποίηση τῆς ἴδιας τῆς ζωῆς (ποὺ περιλαμβάνει ὡς ἀναπόσπαστο μέρος της τὴν ἀρρώστεια καὶ τὸν θάνατο).
Ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πέρα ἡ μετάβαση στὸ σημερινὸ (παρανοϊκὸ) ὅραμα τοῦ «μεταανθρώπου» (ἀπρόσβλητου ἀπὸ τὴν ἀσθένεια καὶ αἰώνιου) εἶναι ἕνα τσιγάρο δρόμος.
Ἡ μεταπολεμικὴ πολιτιστικὴ ἐπανάσταση τῆς δεκαετίας τοῦ ʼ60 -μιὰ πραγματικὴ ἐπανάσταση τῆς ἡδονολατρίας μὲ τὸν μανδύα τῆς έλευθερίας- ἔστρωσε τὸν δρόμο γιὰ τὴν ἀμέσως μετέπειτα ἀντισηπτικὴ κοινωνία.
Καὶ μόνο τυχαῖο δὲν εἶναι ὅτι τὰ τέκνα αὐτῆς τῆς γενιᾶς (τοῦ Μπέρκλεϋ, τοῦ Μάη καὶ τοῦ καθ’ ἡμᾶς Πολυτεχνεῖου) εἶναι οἱ σημερινοὶ κακιασμένοι γέροι (πολλοὶ ἀπ’ αὐτοὺς μὲ ἐπιβαρυμμένη ὑγεία ἀπὸ τὶς καταχρήσεις τῆς εἰς τὸ διηνεκὲς παρατεταμένης ἐφηβείας τους), οἱ ὁποῖοι στὰ νιάτα τους ἤθελαν νὰ «ἀπαγορεύσουν ὅλες τὶς ἀπαγορεύσεις», ποὺ ἔχουν μετατραπεῖ σήμερα σὲ πραγματικοὺς ζηλωτὲς τῶν πρωτοφανῶν σὲ παγκόσμια κλίμακα ὑγειονομικῶν ἀπαγορεύσεων -μὲ τὶς γνωστὲς σάλτσες περὶ «κοινωνικῆς εὐθύνης»- ἐξ ἀφορμῆς ἑνὸς ἰοῦ, τοῦ ὁποῖου ἡ θνητότητα βρίσκεται κοντὰ στὸ ἐπίπεδο μιᾶς συνήθους περιοδικῆς ἐπιδημίας γρίππης.
Οἱ ἡδονιστὲς ὅλων τῶν χρωμάτων καὶ τῶν ἀποχρώσεων ἤθελαν νὰ ἐξοβελίσουν τὸν «ἀρνητικὸ πόλο» τῆς ζωῆς μὲ τὴν καταναλωτικὴ εὐωχία, τὰ ἀτομικὰ δικαιώματα καὶ τὴν ἔκλυση τῶν ἠθῶν ἐλέῳ ἐπιστήμης καί, κυρίως, τεχνολογίας, ποὺ θὰ τοὺς ἐξασφάλιζαν μία ἄκοπη καὶ ἄνετη ζωὴ δίχως πόνο -κοντολογὶς μία ζωὴ ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ζωή. Μία ἐγγυημένη ὑπερκατανάλωση μαζὶ μὲ μία ἀπρόσβλητη ὑγεία εἶναι τὸ πρότυπο τοῦ εὖ ζεῖν στὴν ἐποχή μας.
Οἱ προσπάθειές τους νὰ βγάλουν τὴν ὀδύνη ἀπὸ τὴν ζωὴ ἀπὸ τὴν πόρτα δίνοντάς της τὴν ρητὴ ἐντολὴ νὰ φύγει καὶ νὰ μὴν ξαναπατήσει εἶχαν μονάχα ὡς ἀποτέλεσμα νὰ τὴν ἐπαναφέρουν ἀπὸ τὸ παράθυρο.
Ὅπως τὴν προπολεμικὴ φυματίωση τὴν ἀντικατέστησε ὁ μεταπολεμικὸς καρκίνος, ἔτσι καὶ τὴν προπολεμικὴ ὕφεση τοῦ παραγωγικοῦ κεφαλαῖου τὴν ἀντικατέστησε ἡ μεταπολεμικὴ ὕφεση τοῦ πλασματικοῦ κεφαλαῖου.
Ὅπως τοὺς προσωρινοὺς πανηγυρισμοὺς γιὰ τὴν μεταπολεμικὴ οἰκονομικὴ ἄνθηση τοὺς διαδέχθηκαν οἱ (μόνιμες πιὰ) διαμαρτυρίες γιὰ τὴν οἰκονομικὴ κρίση -ποὺ ἀποτελεῖ πλέον ἐνδημικὸ φαινόμενο (καὶ) τῶν ἀνεπτυγμένων κοινωνιῶν- τοὺς πανηγυρισμοὺς γιὰ τὶς προόδους τῆς ἰατρικῆς (ποὺ «κάνει θαύματα» καὶ εἶναι μᾶλλον ζήτημα χρόνου νὰ μᾶς ἀπαλλάξει καὶ ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν ἀσθένεια) τοὺς διαδέχθηκε ὁ παγκόσμιος τρόμος γιὰ ἕναν (ἀκόμη) ἄγνωστο ἰὸ (μὲ πολὺ περιορισμένη θνητότητα) καὶ τὴν λήψη πρωτοφανῶν μέτρων, λὲς καὶ πρόκειται γιὰ πανώλη, ποὺ ἔκλεισαν στὸ σπίτι τὸν μισὸ πλανήτη καὶ μὲ εἰδικὴ νομοθεσία ἐκτάκτου ἀνάγκης, παρακάμπτοντας τὰ πάλαι ποτὲ «ἱερὰ» συντάγματα.
Ἄν ρίξει κανεὶς μία ματιὰ στὶς οἰκονομικὲς κρίσεις τῶν τελευταίων ἑκατόν πενῆντα χρόνων καὶ στὶς ἐπιδημίες ποὺ ἐκδηλώνονται τὸ ἀντίστοιχο διάστημα, εὔκολα θὰ διαπιστώσει ὅτι οἱ οἰκονομικὲς κρίσεις καὶ οἱ ἐπιδημίες (μὲ τὶς ἀντίστοιχες ὑγειονομικὲς κρίσεις) ἐκδηλώνονται μὲ αὐξανόμενη συχνότητα καὶ ἔνταση, καὶ φαίνεται νὰ κλιμακώνονται στὴν ἐποχὴ τῆς παγκοσμιοποίησης.
Ὅπως οἱ οἰκονομικὲς (κυρίως χρηματοπιστωτικὲς) κρίσεις κατὰ τὴν διάρκεια τῆς παγκοσμιοποίησης εἶναι πιὸ συχνὲς καὶ πιὸ ἔντονες, ἔτσι καὶ οἱ κρίσεις τῶν ἐπιδημιῶν κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ 21ου αἰῶνα εἶναι κι αὐτὲς πιὸ συχνὲς καὶ πιὸ ἔντονες.
Ἡ οἰκονομικὴ κρίση δίχως τέλος θὰ συνοδεύεται ἀπὸ τὴν ἐπιδημία δίχως τέλος;
Ἥ, μὲ ἄλλα λόγια, τὴν οἰκονομικὴ χρηματοπιστωτικὴ ὀλιγαρχία θὰ συνοδεύσει ἀπὸ δῶ καὶ πέρα μία βιοπολιτικὴ τυραννία;
Κάτι πρέπει νὰ συμβαίνει μὲ τὴν ἰδεολογία, καὶ κυρίως μὲ τὴν πραγματικότητα, τοῦ μεταπολεμικοῦ ἡδονισμοῦ, σὲ τέτοιο μάλιστα σημεῖο ποὺ εὔλογα πιὰ μπορεῖ νὰ ἀναρωτηθεῖ κανεὶς ἄν τελικὰ ὁ ἡδονισμὸς εἶναι ὄντως πηγὴ ἡδονῆς.
Ὅλα τὰ σημάδια δείχνουν ὅτι βρισκόμαστε στὴν κλασσικὴ κρίση ἑνὸς πολιτισμικοῦ κύκλου μὲ τὰ ἰδιόμορφα συμπτώματα ποὺ ἐκδηλώνει κάθε συγκεκριμένος πολιτισμός ποῦ νοσεῖ βαθύτατα. Καὶ ὁ δικός μας πολιτισμὸς ἐκδηλώνεται μὲ τὰ σημάδια τῆς κρίσης τοῦ ἡδονισμοῦ, ποὺ μποροῦσε δῆθεν νὰ ἐγγυᾶται στὸ διηνεκὲς ἡ μεταπολεμικὴ μαζικὴ δημοκρατία μὲ τὴν ἀπρόσκοπτη μαζικὴ κατανάλωση καὶ τὰ ἀνθρώπινα δικαιώματα.
Κάθε ἄλλη συζήτηση φθάνει μονάχα στὰ ἐπιφαινόμενα τῆς κρίσης αὐτοῦ τοῦ πολιτισμοῦ ἀφήνοντας ἄθικτα τὰ θεμέλια καὶ περιορίζοντας τὴν συζήτηση στὶς μάσκες, στὰ λὸκ ντάουν καὶ στὰ ἐμβόλια, ὅπως προηγουμένως στὰ λίμιτ ντάουν, στὰ μνημόνια καὶ στὰ κουρέματα χρεῶν, μὲ καβγάδες τοῦ τύπου «μάσκες λέτε ἐσεῖς-περισσότερες ΜΕΘ λέμε ἐμεῖς», «λὸκ ντάουν ἐσεῖς-‘κορωνοπάρτυ’ ἐμεῖς» κ.λπ.
Εἶναι ἡ συνολικὴ καὶ βαθιὰ κρίση ἑνὸς πολιτισμοῦ: τοῦ πολιτισμοῦ τοῦ σύγχρονου κόσμου.
Καὶ ὅπως συμβαίνει σὲ κάθε τέτοια κρίση, οἱ ἴδιοι οἱ ποικίλοι φορεῖς αὐτοῦ τοῦ πολιτισμοῦ μπροστὰ στὸν κίνδυνο τῆς κατάρρευσης γαντζώνονται στὸ πολιτισμικὸ οἰκοδόμημα ποὺ καταρρέει, μὲ σπασμωδικὲς κινήσεις, αὐταρχισμούς, σκυλοκαβγᾶδες, ἀστεῖες ἐκκλήσεις καὶ ἀκόμη περισσότερες αὐταπάτες, καὶ ἀκόμη-ἀκόμη περισσότερα συμφέροντα.
Εἶναι καιρὸς ὄχι μόνο γιὰ νὰ γυρίσουμε σελίδα, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἀλλάξουμε κεφάλαιο.
Καὶ τὸ θέμα εἶναι ποιός θὰ εἶναι ἐκεῖνος ποὺ τελικῶς θὰ τὸ ἀλλάξει καὶ ποιὸ κεφάλαιο εἶναι αὐτὸ ποὺ θὰ γράψει.
«Μαριχουάνα στόπ», παιδιά!
Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ καταργήσει τὴν ζωή.
Ἡ ἡδονὴ κατέληξε, φυσιολογικά, σὲ ὀδύνη.
Ἡ ἐποχὴ τοῦ ἡδονισμοῦ τελείωσε.
Ἀπομένει μόνο τὸ τσόφλι τῆς ἡδονοθηρίας.
Ἡ διαφαινόμενη κατάρρευση διαγράφει δύο δυνάμεις.
Αὐτοὺς ἐπιμένουν νὰ ἀρνοῦνται τὴν ζωὴ τῶν πολλῶν-πολλῶν-πολλῶν ἄλλων γιὰ νὰ διασφαλίζουν τὴν ἀπρόσκοπτη συνέχιση (καὶ ἐπαύξηση) τοῦ δικοῦ τους ἡδονισμοῦ καὶ αὐτοὺς ποὺ ἐπιμένουν στὴν ἴδια τὴν ζωὴ -τὴν πραγματικὴ ζωὴ στὴν ὁλότητά της καὶ σὲ ὅλες τὶς ὄψεις της: διατεθειμένοι νὰ τὴν ἀποδεχθοῦν ἔτσι ὅπως εἶναι, γι’ αὐτὸ καὶ ἱκανοὶ γιὰ νὰ τὴν διεκδικήσουν.
Ἐμεῖς ἔχουμε πολλὴ ζωὴ μπροστά μας.
 
 
Από το Τὸ Ἔνζυμο  ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΤΗΣ ΑΝΤΙΓΟΝΗΣ
 
 
Ο ζωγραφικός πίνακας που πλαισιώνει τη σελίδα (“Χωρίς τίτλο”, 1992) είναι έργο του Θόδωρου Πανταλέονος.